Die Coronavirus-Pandemie hat nicht nur die Lebensweise der Menschen grundlegend verändert , sondern sicherlich auch die Art und Weise, wie sie sterben und bestattet werden. Die gesundheitlichen Einschränkungen aufgrund von COVID-19 haben es geschafft, radikal zu ändern, was wir bisher als selbstverständlich und üblich auferlegt haben, wenn ein uns nahestehender Mensch verstorben ist.
Τι ισχύει για την αποτέφρωση στην Ελλάδα
Από τον Σεπτέμβριο του 2019 το πρώτο αποτεφρωτήριο στην Ελλάδα είναι γεγονός. Μετά από δεκαετίες προσπαθειών, τροποποιήσεων της νομοθεσίας αλλά και τριβών, η χώρα μας συμμορφώνεται με τα διεθνή πρότυπα και τις διεθνείς συμβάσεις, υποστηρίζοντας πλέον έμπρακτα το δικαίωμα στην επιλογή της μεταθανάτιας διαχείρισης της ανθρώπινης σορού με καύση.
Τον πρώτο χρόνο λειτουργίας του αποτεφρωτηρίου Ριτσώνας, περίπου 1.000 άτομα επέλεξαν να αποτεφρωθούν. Σε ολόκληρο τον χριστιανικό κόσμο τα ποσοστά αποτέφρωσης είναι πάνω από 50%. Πέρυσι στην Αμερική το ποσοστό έφθασε το 53%. Στην Αγγλία το ποσοστό είναι 80%, στο 63% είναι στη Γερμανία και 80% στην Τσεχία.
Οι βασικότεροι λόγοι προτίμησης για καύση της σορού είναι η αποφυγή της μεγάλης αναμονής τόσο για την τέλεση της εκκλησιαστικής κήδευσης όσο και η μη διάθεση άμεσα από τα δημοτικά κοιμητήρια τάφων.
Επίσης, με την επιλογή της αποτέφρωσης αποφεύγεται να βιώσουν μελλοντικά οι οικογένειες των νεκρών αρνητικά συναισθήματα που θα προκαλέσει η θέα των οστών ή η ατελής αποσύνθεση της σορού, απαλλάσσοντας εξίσου από την υποχρεωτική εκταφή και τα έξοδα κατασκευής-συντήρησης τάφου. Αξιοσημείωτο δε είναι ότι ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος επιβάρυνσης του περιβάλλοντος (γης, και υδροφόρου ορίζοντα) των νεκροταφείων, τα περισσότερα εξ αυτών είναι εντός του οικιστικού ιστού των πόλεων.